Το χλώριο εισέρχεται στο σώμα μας μόνο με την κατάποση;
Τα ντους και τα λουτρά οδηγούν σε µια µεγαλύτερη έκθεση στις τοξικές χηµικές ουσίες που περιλαµβάνονται στις παροχές του νερού από εκείνη που προέρχεται απο την πόση του. Οι χηµικές ουσίες εξατµίζονται από το νερό και εισπνέονται η εισέρχονται µέσα από το δέρµα στο σώµα µας. Μπορούν επίσης να διαδοθούν µέσα στο σπίτι και να εισπνευστούν και από άλλα άτοµα και κυρίως από µικρά παιδιά. Οι κάτοικοι των σπιτιών µπορούν να λάβουν από 6 έως 100 φορές περισσότερη ποσότητα της χηµικής ουσίας µε την αναπνοή του αέρα γύρω από τα ντους και τα λουτρά από ότι µε την κατανάλωση του ύδατος.
Πόσο ασφαλής είναι η χρήση χλωρίου στο δίκτυο;
Πολλοί ισχυρίζονται ότι, όταν η απουσία οργανικών ουσιών στο νερό, διασφαλίζεται από την προέλευσή του όπως το υπόγειο νερό (νερό γεωτρήσεων ή πηγών) που κατά κανόνα οι συγκεντρώσεις οργανικής ουσίας είναι χαµηλές έως µηδενικές, δεν υφίσταται λόγος ανησυχίας ακόµα και σε περιπτώσεις υπεχλωρίωσης του νερού (δηλαδή παρουσία υψηλών συγκεντρώσεων υπολειµµατικού χλωρίου στο νερό κατανάλωσης).
Αυτό είναι εντελώς ανυπόστατο διότι :
1) η οργανική ουσία µπορεί να υπεισέλθει µε το χώµα στο νερό των δικτύων σε οποιοδήποτε σηµείο του δικτύου , ανα πάσα στιγµή (κακή υδροµάστευση, διαρροές στο δίκτυο διανοµής κλπ) και στην περίπτωση που «συναντήσει» µεγάλες ποσότητες υπολειµµατικού χλωρίου, να δηµιουργηθούν τα τοξικά οργανοχλωροπαράγωγα.
2) Η οργανική ουσία που δηµιουργείται από τα νεκρά κύτταρα αυτών των ίδιων των µικροοργανισµών που θανατώνει το χλώριο, αντιδρά µε το υπολειµµατικό χλώριο και δηµιουργεί επίσης οργανοχλωροπαράγωγα Οι παραπάνω µηχανισµοί γένεσης χλωροπαραγώγων σε δίκτυα ύδρευσης που τροφοδοτούνται από υπόγεια – εν γένει απαλλαγµένων αρχικά από οργανική ουσία – νερά, έχουν επαληθευτεί, τόσο από µετρήσεις του εργαστηρίου µας, όσο και από φορείς όπως η πρόσφατη έρευνα του ΑΠΘ που ανίχνευσε παραπροιόντα χλωρίου σε όλες τις µεγάλες πόλεις που χρησιµοποιούν χλωρίωση σαν µέθοδο απολύµανσης του νερού (Η Πάτρα µόνο εξαιρείται, σύµφωνα µε την έρευνα, διότι είναι η µόνη που χρησιµοποιεί σαν απολυµαντικό το διοξείδιο του χλωρίου και όχι το χλώριο).
3) Η οργανική ουσία των τροφών µας (πρωτείνες, λίπη, υδατάνθρακες, κυτταρίνες κλπ) που υπάρχει σε όλες τις ζωικές ή φυτικές πρώτες ύλες, αντιδρά µε το υπολειµµατικό χλώριο του νερού που χρησιµοποιούµε για το µαγείρεµα και δηµιουργεί , ειδικά στη χύτρα, µεγάλες ποσότητες οργανοχλωριωµένων τοξικών παραγώγων.
4) Η οργανική ουσία από τα υπολείµµατα των τροφών στο στοµάχι µας αντιδρά µε το υπολειµµατικό χλώριο του νερού που πίνουµε και δηµιουργεί τις ενώσεις αυτές, µέσα στον ίδιο µας τον οργανισµό. Πέραν τούτου, εκτός των τοξικών και µεταλλαξιογόνων επιπτώσεων που έχουν για την υγεία µας τα οργανοχλωροπαράγωγα που δηµιουργούνται από την αντίδραση του χλωρίου µε την οργανική ουσία του νερού, επιστηµονικές µελέτες έχουν συνδέσει το χλώριο από µόνο του, για την δηµιουργία του καρκίνου του αίµατος, του στοµάχου, του συκωτιού, του πρωκτού και του εντέρου, τόσο, όσο και µε καρδιακές παθήσεις, µε αρτηριοσκλήρωση, αναιµία, υψηλή πίεση του αίµατος και αλλεργικές αντιδράσεις. Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι το χλώριο µπορεί να καταστρέψει την πρωτεϊνη κάποιων κυττάρων στο σώµα µας και να προκαλέσει δυσµενείς επιδράσεις στο δέρµα και τα µαλλιά. Η υφιστάµενη κατάσταση και η αντιµετώπιση του προβλήµατος υφιστάµενη κατάσταση στα δίκτυα ύδρευσης της χώρας µας δεν είναι ότι το καλύτερο.
Αποτελέσματα έρευνας Watershop για το χλώριο στα δίκτυα ύδρευσης πανελληνίως:
Από πανελλήνια έρευνα που πραγµατοποίησε το εργαστήριό µας το 2005 – 2006 σε δίκτυα ύδρευσης πολλών πόλεων και χωριών και η οποία παρουσιάστηκε στο τηλεοπτικό κανάλι ΑΝΤ1, αποδείχθηκε ότι το νερό των µεγάλων αστικών κέντρων υπερχλωριώνεται µε ανιχνεύσιµες και πολλές φορές υπερβάσιµες ως προς τις προδιαγραφές συγκεντρώσεις παραπροιόντωνχλωρίωσης, ενώ αντίθετα στα µικρά υδραγωγεία επαρχιακών πόλεων και χωριών, το νερό δεν χλωριώνεται καθόλου, ή χλωριώνεται περιστασιακά και πληµµελώς , µε αποτέλεσµα να καταγράφονται υπερβάσεις των προδιαγραφών ως προς τα µικρόβια, δηλαδή το νερό να είναι απροστάτευτο και εν δυνάµει επικίνδυνο για µολυσµατικούς νοσογόνους παράγοντες.
Η ανάγκη λοιπόν της προστασίας της υγείας µας από τα παθογόνα µικρόβια που µπορεί να εισχωρήσουν στο νερό, επιβάλει την εφαρµογή αποτελεσµατικών µεθόδων απολύµανσης, από τη µία, οι κίνδυνοι όµως από την παρουσία αυξηµένων συγκεντρώσεων υπολειµµατικού χλωρίου στο πόσιµο νερό, από την άλλη, καθιστούν την διαδικασία χλωρίωσης του νερού, όχι τόσο απλή υπόθεση, όπως την αντιµετωπίζουν πολλοί από τους υπεύθυνους ύδρευσης. Το πρόβληµα της υγειονοµικής προστασίας των δικτύων ύδρευσης είναι ένα γενικότερο πρόβληµα που δεν αντιµετωπίζεται συµπτωµατικά, δηλαδή «κουκουλώνοντας» το πρόβληµα της παρουσίας µικροοργανισµών , θανατώνοντάς τους απλά µε χλώριο.Με την ενέργεια αυτή και µόνο, µπορεί αφ’ ενός να καταστρέφει µόνο κάποιους δείκτες µικροοργανισµών (π.χ. κολοβακτηρίδια), αφήνοντας «ανενόχλητους» πολλούς παθογόνους ανθεκτικούς στο χλώριο µικροοργανισµούς και ιούς και δεν µπορούν να διαπιστωθούν τόσο απλά όσο αυτοί. Από την άλλη, η εστία µόλυνσης δεν εντοπίζεται και παράλληλα αυξάνεται η έκθεση στα παραπροιόντα της χλωρίωσης. Είναι σαν κάποιος ασθενής να προσπαθεί να αντιµετωπίσει την ασθένειά του µόνο µε ασπιρίνες. Η αντιµετώπιση πρέπει να είναι θεραπευτική, δηλαδή, η παρουσία µικροβιολογικών δεικτών στο νερό, θα πρέπει να µας οδηγεί στον εντοπισµό της εστίας επιµόλυνσης και µε τις κατάλληλες παρεµβάσεις να την εξουδετερώνουµε. Κατ’ αρχήν, θα πρέπει να εξετάζονται ασφαλέστερες για την υγεία του καταναλωτή µέθοδοι απολύµανσης, όπως η χρήση ακτινοβολίας, το όζον, ή εναλλακτικές µορφές απολυµαντικών µε βάση το χλώριο όπως το διοξείδιο του χλωρίου, οι χλωραµίνες κλπ.
Μόνο η παρουσία του χλωρίου θα πρέπει να μας ανησυχεί;
Το χλώριο δεν είναι το μόνο «κακό» στο νερό. Πρέπει πάντα κατά περίπτωση να γίνεται χημική και μικροβιολογική ανάλυση του νερού ώστε να προτείνεται το καταλληλότερο σύστημα φίλτρανσης αναλόγως χρήσης του φιλτραρισμένου νερού.
Αυτό επιτυγχάνεται όταν τα επίπεδα των συγκεντρώσεων του χλωρίου στο νερό δεν ξεπερνούν τα 0,5 mg/l στα σηµεία κατανάλωσης και δεν είναι λιγότερα από 0,1-0,2 mg/l. Για να επιτευχθούν οι παραπάνω στόχοι, δεδοµένου ότι το χλώριο δεν είναι µια σταθερή ουσία µέσα στο νερό και η συγκέντρωσή του µεταβάλλεται για πολλούς λόγους από στιγµή σε στιγµή µέσα σε ένα δίκτυο ύδρευσης , θα πρέπει να υπάρχουν αυτοµατοποιηµένες διατάξεις αναφοράς – ελέγχου (Rport – Control) της ποσότητας του προστιθεµένου χλωρίου, σε διάφορα σηµεία (κύρια και δευτερεύοντα) ανάλογα µε την δοµή του δικτύου διανοµής του νερού και την πολυπλοκότητα του δικτύου ύδρευσης. Το σίγουρο πάντως είναι ότι η «µέθοδος της κανάτας», δηλαδή η προσθήκη «χύµα» υγρού χλωρίου κατά περιόδους στις δεξαµενές ή η µόνιµη προσθήκη χλωρίου µε δοσοµετρικές αντλίες και όχι ανάλογα µε την ζήτηση ή την κατανάλωση του νερού,είναι τακτικές που θα πρέπει να εγκαταλειφτούν.
Επιπλέον, οι έλεγχοι – µετρήσεις του υπολειµµατικού χλωρίου θα πρέπει να είναι συνεχείς και αξιόπιστοι, σε διάφορα αντιπροσωπευτικά σηµεία των δικτύων και σε περιπτώσεις υπερβάσεων θα πρέπει να λαµβάνονται άµεσα µέτρα για την µείωση των συγκεντρώσεων, ώστε να προστατεύεται η υγεία του καταναλωτή και να έχει εµπιστοσύνη στο νερό του δικτύου ύδρευσης.
Τελικά το χλώριο είναι φάρμακο ή φαρμάκι;
Η απολυμαντική δράση του χλωρίου κρίνεται απαραίτητη για το νερό του δικτύου και για τη δημόσια υγεία (έτσι αποφεύγονται οι υδατογενείς επιδημίες, π.χ. χολέρα, εντερίτιδες) και παρόλο που υπάρχουν αρκετές άλλες μέθοδοι απολύμανσης του νερού (όπως το όζον, η υπεριώδης ακτινοβολία, οι χλωραμίνες κ.ά.), η καθεμιά με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά της, η χλωρίωση θεωρείται προς το παρόν η πιο αποτελεσματική και συμφέρουσα. Γι’ αυτό, το νερό συνεχίζει να έρχεται μέχρι τη βρύση μας χλωριωμένο, στα κολυμβητήρια κάνουμε απλωτές μέσα σε αυτό, ενώ οι σωλήνες νερού των σπιτιών έχουν τις περισσότερες φορές και αυτές χλώριο εκ κατασκευής. Ωστόσο, υπάρχουν αρκετές επιφυλάξεις για τις επιπτώσεις του χλωρίου στον οργανισμό μας. Το χλώριο, σε συνδυασμό με υπάρχουσες οργανικές ενώσεις, όπως είναι οι αρωματικές, από τα φυτοφάρμακα, δημιουργεί διοξίνες και όλοι πλέον γνωρίζουμε ότι οι διοξίνες είναι από τις πιο ανθεκτικές και βλαβερές για τον άνθρωπο ουσίες. Επιπλέον, το χλώριο μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό στο δέρμα μερικών ανθρώπων και συχνά ταλαιπωρεί ιδιαίτερα τα βρέφη.
Δυστυχώς αυτό που μας έσωσε από παλιότερες ασθένειες, έρχεται σήμερα να μας καταδικάσει σε πολύ μεγαλύτερες ασθένειες. Το χλώριο, όπως έχει αποδειχθεί πλέον, όταν μπαίνει στο νερό ενώνεται με διάφορα οργανικά στοιχεία και δημιουργεί πολλές επικίνδυνες ενώσεις όπως το χλωροφόρμιο που ευθύνεται κατά μεγάλο ποσοστό στη δημιουργία των ανωτέρω ασθενειών. Αυτό συμβαίνει και σε περίπτωση που δεν υπάρχουν οργανικά στοιχεία, δυστυχώς όταν πίνουμε χλωριωμένο νερό, δημιουργούνται μέσα μας αυτές οι επικίνδυνες χημικές ενώσεις. Τουλάχιστον 177 οργανοχλωριομένες ενώσεις έχουν ανιχνευθεί στο μητρικό γάλα, στο σπέρμα, στο αίμα και σε άλλα μέρη του σώματος με αποτέλεσμα να δημιουργούνται στον άνθρωπο: